Τα χρόνια νοσήματα θεωρούνται αυτά στα οποία παρουσιάζεται μια ή παραπάνω παθολογικές καταστάσεις, οι οποίες θα παραμείνουν προσωρινά για αρκετούς μήνες ή και μόνιμα. Αποτελούν στην εποχή μας μαζί με τα αυτοάνοσα τη μεγαλύτερη απειλή για την υγεία μας.
Υπολογίζεται ότι έως το 2030 οι θάνατοι από χρόνια μη μεταδιδόμενα νοσήματα θα ξεπεράσουν τα 50 εκατομμύρια σε ετήσια βάση παγκοσμίως.
Οι τέσσερις κυριότερες ασθένειες που ευθύνονται για τον απολογισμό αυτό είναι:
- Τα καρδιαγγειακά νοσήματα
- Ο καρκίνος
- Οι χρόνιες πνευμονοπάθειες και
- Ο σακχαρώδης διαβήτης
Στις Η.Π.Α, ένα στα δυο ενήλικα άτομα έχουν ένα χρόνιο νόσημα, ενώ 1 στα 4 έχουν δυο ή περισσότερα!
Οι ασθενείς με χρόνια νοσήματα εκτός της αυξημένης θνητότητας που παρουσιάζουν, επισκέπτονται συχνότερα τις πρωτοβάθμιες υγειονομικές δομές, νοσηλεύονται περισσότερο σε νοσοκομεία, τα κόστη περίθαλψης είναι αυξημένα και εν τέλει έχουν χαμηλή ποιότητα ζωής.
Σε ένα περιβάλλον οικονομικής κρίσης και παγκοσμιοποίησης, οργανισμοί και έθνη προσπαθούν να βρουν λύσεις και να ικανοποιήσουν τις ανάγκες ή/και τις προσδοκίες των ασθενών.
Η πληροφόρηση και η πρόσβαση σε μέσα δικτύωσης αυξάνουν αυτές τις προσδοκίες σε βαθμό που τελικά να μην είναι πρακτικά υλοποιήσιμες. Το κύρος του ιατρού έχει περιοριστεί και η αυθεντία του έχει καταρριφθεί.
Η νέα αυτή πραγματικότητα παρακινεί τους ιατρούς στη συνεχή εκπαίδευση, αναζήτηση της ποιότητας και αυστηρή τήρηση της δεοντολογίας.
Παράλληλα όμως απαιτείται η υιοθέτηση νέων προσεγγίσεων του ιατρού προς τον ασθενή, με γνώμονα την αναγνώρισή του ως ψυχοσωματική οντότητα.
Ο σημερινός ασθενής ζητά ενημέρωση και σχέσεις εμπιστοσύνης. Αναμένει ευγένεια, εχεμύθεια, σεβασμό. Ενδιαφέρεται να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά το πρόβλημα υγείας του, να ζήσει όσο γίνεται φυσιολογικά, να καθυστερήσει την εξέλιξη της νόσου και να περιορίσει τις τυχόν καταστροφικές της συνέπειες.
Ένα αυτοάνοσο νόσημα συμβαίνει όταν το ανοσοποιητικό μας σύστημα προσβάλλει εσφαλμένα τα κύτταρα του. Παρόλο που γενικά μας προστατεύει από τους «επιτιθέμενους» παράγοντες (όπως οι ιοί, τα βακτηρίδια, τα μικρόβια κ.λπ.), σε ορισμένες περιπτώσεις το ίδιο το ανοσοποιητικό σύστημα καταστρέφει για κάποιο λόγο τα κύτταρα του.
Μπορεί έτσι να επηρεάσει τα ερυθρά αιμοσφαίρια, τα αιμοφόρα αγγεία, τους συνδετικούς ιστούς, το ενδοκρινικό σύστημα, το μυϊκό σύστημα, τις αρθρώσεις, τα νευρικά κέντρα ή το δέρμα.
Το ανοσολογικό σύστημα δρα σε δύο επίπεδα:
Το πρώτο αφορά την μη ειδική ανοσολογική απόκριση (φυσική ανοσία) και το δεύτερο την ειδική (επίκτητη ανοσία).
Η καταστροφή των παθογόνων στοιχείων μέσω της φυσικής ανοσίας επιτυγχάνεται μέσω κυττάρων, όπως τα φαγοκύτταρα (ουδετερόφιλα και μακροφάγα) και τα κύπαρα φυσικοί-φονείς, καθώς και χημικών ουσιών, όπως οι πρωτεΐνες οξείας φάσης (συμπλήρωμα και C-αντιδρώσα πρωτεΐνη) και οι κυπαροκίνες.
Με τη ενεργοποίηση της φυσικής ανοσίας αναπτύσσεται και η επίκτητη ανοσία (ειδική), ώστε να υπάρχει αποτελεσματική αντιμετώπιση σε δεύτερη επαφή με τους εισβολείς (τη λεγόμενη μνήμη).
Η ανοσολογική ανοχή, η διάκριση δηλαδή των στοιχείων του οργανισμού από τα ξένα και η απώλεια αυτής της ανοχής είναι εναρκτήριος μηχανισμός των αυτοάνοσων νοσημάτων.
Οι συστηματικές αυτοάνοσες ασθένειες χαρακτηρίζονται από το γεγονός ότι επηρεάζουν διάφορους τύπους οργάνων, αλλά και τα λειτουργικά τους συστήματα.
Οι πιο κοινές αυτοάνοσες καταστάσεις είναι:
- Ρευματοειδής αρθρίτιδα και νεανική αρθρίτιδα
- Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος
- Ψωρίαση,
- Δερματίτιδες
- Σκληρόδερμα
- Σκλήρυνση κατά πλάκας
- Θυρεοειδίτιδα Hashimoto
- Νόσος Graves
- Φλεγμονώδεις νόσοι του εντέρου (ελκώδης κολίτιδα, νόσο του Crohn)
- Διαβήτης τύπου 1 κ.α.
Ο γαστρεντερικός σωλήνας αντιπροσωπεύει το 70% της άμυνας του οργανισμού μας και η κατάστασή του καθρεπτίζει την ποιότητα της υγείας μας.
Περιέχει το μικροβίωμα, το λεμφικό σύστημα με τους λεμφαδένες, ενώ στο λεπτό έντερο λαμβάνει μέρος η απορρόφηση των περισσότερων μικρο-θρεπτικών συστατικών.
Άρα, γίνεται αντιληπτό πως κάθε θεραπευτική αγωγή πρέπει να στοχεύει και τη βελτίωση της εντερικής μικρο-χλωρίδας.
Η συνεχής υποβάθμιση της τροφικής αλυσίδας τα τελευταία 30-40 έτη προκαλεί στο τοίχωμα του εντερικού επιθηλίου φλεγμονή και αντίδραση των μηχανισμών άμυνας και πιθανή εκκίνηση αυτοάνοσων διαδικασιών.
Οι τροφές που καταναλώνουμε περιέχουν συστατικά όπως:
- τεχνητά χρώματα
- τεχνητές γεύσεις
- συντηρητικά
- γλουταμινικό μονονάτριο (MSG), βουτυλική υδροξυανισόλη (ΒΗΑ), βουτυλικό τολουόλιο υδροξυλίου (ΒΗΤ)
- γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς
- τρανς λιπαρά
- τεχνητές γλυκαντικές ουσίες
- επεξεργασμένα σάκχαρα
Στις περιπτώσεις που ο γαστρεντερικός φραγμός δεν καταφέρνει να συγκρατεί εκείνα τα πρόσθετα τροφίμων, τις πρωτεΐνες, τα μικρόβια, τις τοξίνες και την γλουτένη που συσσωρεύονται γύρω του, αυτές οι ουσίες διαπερνώντας το τοίχωμα του εντέρου, μπορούν να ενεργοποιήσουν το ανοσοποιητικό σύστημα.
Η έναρξη ενός αυτοάνοσου νοσήματος είναι πολυπαραγοντική.
Παράγοντες που επηρεάζουν είναι:
- Γενετική προδιάθεση
- Περιβαλλοντικοί παράγοντες ενεργοποίησης
- Ορμονικοί
- Νευροψυχολογικοί
- Εντερική δυσβίωση και διαπερατότητα
Στο ιατρείο μας δίνεται βαρύτητα στους παράγοντες, που επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό το ανοσοποιητικό σύστημα, όπως η διατροφή, το μεταβολικό και ψυχογενές στρες, η άσκηση κ.α.
Η θεραπεία που παρέχουμε μπορεί να δοθεί μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με φαρμακευτική αγωγή.
Με τη χρήση εξελιγμένων αναλύσεων μπορούμε να ανιχνεύσουμε σε αρχικό στάδιο τις βιοχημικές αποκλίσεις που υφίσταται ο οργανισμός του ασθενή σε μοριακό επίπεδο και να κατευθύνουμε σωστά τη θεραπεία με στόχο τη μεγιστοποίησή της!
Η συνεχιζόμενη εκπαίδευση, η ιατρική μεθοδολογία και η χρήση αναλύσεων υψηλής τεχνολογίας αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο της αποτελεσματικότητας των κινήσεών μας με στόχο τη διόρθωση των πραγματικών αιτιών και όχι μόνο τη συμπτωματική διαχείριση.
Ο κάθε ασθενής είναι διαφορετικός οργανισμός και ως τέτοιος θα πρέπει να αντιμετωπίζεται, εξατομικευμένα και αιτιολογικά!